MENU

style> #navcontainer {float:left;width:100%;background:#transpartent;line-height:normal;} ul#navlist {margin:0;padding:0;list-style-type:none;white-space:nowrap;} ul#navlist li {float:left;font:bold 13px Arial;margin:0;padding:5px 0 5px 0;background:#333;border-top:1px solid #FBBB22;border-bottom:1px solid #FBBB22;} #navlist a, #navlist a:link {margin:0;padding:5px;color:#FFF;border-right: 1px solid #FBBB22;text-decoration:none;} ul#navlist li#active {color:#FFFF00;background:#105105;} #navlist a:hover {color:#FFFF00;background:#740777;}

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2019

Η πρώτη μαθητική κινητοποίηση στην Ελλάδα


Συντάκτης: Σταύρος Μαλαγκονιάρης

Η πρώτη μεγάλη νεολαιίστικη κινητοποίηση έγινε πριν καλά καλά συσταθεί το σύγχρονο ελληνικό κράτος και ενώ ξεκινούσε να υλοποιείται το εκπαιδευτικό σύστημα του Ιωάννη Καποδίστρια.

Ηταν λίγες ημέρες μετά την Πρωτοχρονιά του 1831, πριν ακόμα απελευθερωθεί η Αθήνα από την οθωμανική κατοχή, όταν οι σπουδαστές του Κεντρικού Σχολείου, στην Αίγινα, το πρώτο ανώτερο ουσιαστικά εκπαιδευτικό ίδρυμα στο νεοελληνικό κράτος, έκαναν πολυήμερη αποχή από τα μαθήματά τους θέτοντας σειρά αιτημάτων, με βασικότερο την απομάκρυνση δύο καθηγητών.

Η αναστάτωση που προκλήθηκε στο νησί, το οποίο είχε πάνω από 10.000 κατοίκους, ήταν μεγάλη. Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας ενημερωνόταν διαρκώς για τις εξελίξεις, έδινε οδηγίες για τον χειρισμό της κατάστασης και ζητούσε να εντοπιστούν οι πρωταίτιοι του μαθητικού κινήματος…

Αυτή η πρώτη στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία νεολαιίστικη κινητοποίηση δεν είναι ευρέως γνωστή και οι αναφορές σε αυτήν είναι περιορισμένες, παρότι σώζονται αρκετά γραπτά ντοκουμέντα στα Γενικά Αρχεία του Κράτους.

Σε κάποιες έρευνες, πάντως, οι μελετητές δείχνουν να συγκλίνουν με την εκφρασμένη άποψη του Καποδίστρια, ότι η μαθητική κινητοποίηση υποκινήθηκε από την αντιπολίτευση, αν και με το τέλος της ο αστυνόμος του νησιού ανέφερε προς τη Γραμματεία (υπουργείο) Εκκλησιαστικών και Δημοσίου Παιδεύσεως ότι «εις την συμβάσαν ταραχήν των σπουδαστών, η Αστυνομία δεν εύρεν μηδεμίαν ξένην επενέργειαν σκευωρίας (=ραδιουργίας, μηχανορραφίας)».

Επίσης, από κανένα έγγραφο δεν προκύπτει ότι υπήρξε η παραμικρή πολιτική αναφορά σε οποιαδήποτε από τις συνελεύσεις των σπουδαστών.

Αλλωστε, όλα ξεκίνησαν από ένα τυχαίο επεισόδιο στη διάρκεια μιας γιορτής, ανήμερα του Αγίου Ιωάννη, στις 7 Ιανουαρίου 1831, που φαίνεται ότι γινόταν προς τιμήν του εορτάζοντος κυβερνήτη. Η γιορτή συνέπιπτε με τη συμπλήρωση ενός χρόνου από την ίδρυση και την έναρξη λειτουργίας του Κεντρικού Σχολείου της Αίγινας.

Το συγκεκριμένο Σχολείο ήταν ανώτερης βαθμίδας από τα ήδη λειτουργούντα «αλληλοδιδακτικά σχολεία», αφού όσοι εγγράφονταν είχαν μάθει γράμματα λίγο πριν, κατά και μετά την Επανάσταση και θα έπαιρναν επιπλέον γνώσεις, απαραίτητες για να γίνουν διδάσκαλοι. Οι απόφοιτοι θα μπορούσαν, επίσης, να γίνουν διοικητικοί υπάλληλοι ή αργότερα να προετοιμάζονταν για πανεπιστημιακές σπουδές.

Οι πρώτες εγγραφές άρχισαν στις 8 Ιανουαρίου 1830 και μέχρι τις 3 Φεβρουαρίου, οπότε ξεκίνησαν τα μαθήματα, υπολογίζεται ότι είχαν προσέλθει τουλάχιστον 110 άτομα, οι περισσότεροι με καταγωγή από τις εντός των τότε συνόρων περιοχές, κυρίως από τη Στερεά Ελλάδα. Υπήρχαν, όμως, και «ξένοι», Χιώτες και Ψαριανοί πρόσφυγες οι περισσότεροι, από οικογένειες που παροικούσαν στην Αίγινα και σε άλλα νησιά.[1] 

Φαίνεται, όμως, ότι το ενδιαφέρον ήταν πολύ μεγαλύτερο απ’ όσο υπολόγιζαν η κυβέρνηση και οι εκπαιδευτικοί, και στις αρχές Μαρτίου οι σπουδαστές ξεπερνούσαν τους 250, καθιστώντας το πρώτο κτίριο που λειτούργησε το Σχολείο ανεπαρκές.

Ευτυχώς, μια γενναία δωρεά του Ελβετού φιλέλληνα, τραπεζίτη Ιωάννη-Γαβριήλ Εϋνάρδου (Jean-Gabriel Eynard, 1775-1863) ήταν αρκετή για να ανεγερθεί, το επόμενο καλοκαίρι, ένα νέο σχολικό κτίριο, σε οικόπεδο της Κοινότητας Αίγινας και σε σχέδια των Κλεάνθη και Σάουμπερτ (Schaubert), το οποίο διασώζεται μέχρι σήμερα και έχει μείνει γνωστό ως «Εϋνάρδειο».

Με την έναρξη της πρώτης ουσιαστικά σχολικής χρονιάς (1830-1831), σύμφωνα με έκθεση του εφόρου του Κεντρικού Σχολείου, Επτανήσιου λόγιου, Ανδρέα Μουστοξύδη, επιστήθιου φίλου του Ιωάννη Καποδίστρια, στις τάξεις του Κεντρικού και Προκαταρκτικού Σχολείου φοιτούσαν 349 μαθητές, από τους οποίους 84 Πελοποννήσιοι, 110 Στερεοελλαδίτες, 91 νησιώτες, 64 πρόσφυγες και «απόδημοι».

Η έναρξη των μαθημάτων στο νέο κτίριο συνοδεύτηκε και με νέο πρόγραμμα. Ομως, μεγάλες ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό και σε εποπτικά μέσα διδασκαλίας καθώς και η συμπεριφορά ορισμένων εκπαιδευτικών προκαλούσαν δυσαρέσκεια ανάμεσα στους σπουδαστές.

Ετσι, ένα επεισόδιο που έγινε στην επίσημη βραδινή γιορτή, στις 7 Ιανουαρίου 1831, έδωσε την αφορμή για την πρώτη μεγάλη νεολαιίστικη κινητοποίηση.

Η Αναφορά

 Αριστερά: Η πρώτη σελίδα της 6σέλιδης αναφοράς Μουστοξύδη.Δεξιά: Η πρώτη αναφορά του αστυνόμου της Αίγινας για την κινητοποίηση των νέων. | Πηγή: ΓΑΚ

Σε μια διεξοδική και γλαφυρή αναφορά του Μουστοξύδη προς τη Γραμματεία Εκκλησιαστικών και Δημοσίου Παιδεύσεως, με ημερομηνία 10 Ιανουαρίου 1831, αναφέρεται ότι όλα ξεκίνησαν ενώ κάποιοι σπουδαστές χόρευαν με μερικούς στρατιώτες «ενώπιον τινός στεφανηφόρου εικόνος ανεγερθείσης εις τιμήν της Α.Ε.» (εννοεί τον Καποδίστρια).[2] 

Στη διάρκεια του χορού και για άγνωστο λόγο έγινε κάποια παρεξήγηση μεταξύ σπουδαστών και δύο νέων από την Αθήνα, ο ένας υπάλληλος στο Τυπογραφείο της Αίγινας και ο άλλος διδάσκαλος στο Αλληλοδιδακτικό Σχολείο των Ψαριανών.

Μετά την αρχική λογομαχία, κάποιοι ήρθαν στα χέρια και ο ένας Αθηναίος έδειρε έναν μαθητή.

Προφανώς οι Αθηναίοι έσπευσαν να φύγουν, αλλά, όπως γράφει ο Μουστοξύδης, «εκ του συμβάντος τούτου ήλαβον αφορμή τινές κακόβουλοι να διεγείρωσιν τους νέους».

Ετσι, κάποιοι άρχισαν να αναζητούν τους δράστες, αρχικά στο σπίτι της αδελφής του ενός, όπου παραβίασαν την πόρτα για να τον βρουν, και στη συνέχεια στον Οίκο της Δημογεροντίας των Ψαριανών.

Καθώς δεν τους βρήκαν πουθενά, οι σπουδαστές πήγαν, στις 9 το βράδυ, στο σπίτι του Μουστοξύδη, που προσπάθησε να τους καθησυχάσει ενώ ταυτόχρονα ζήτησε από την αστυνομία να συλληφθούν οι δύο Αθηναίοι ως πρωταίτιοι του επεισοδίου.

Πραγματικά, συνελήφθησαν οι Αθηναίοι και κλείστηκαν στο κρατητήριο προκειμένου να οδηγηθούν στον ειρηνοδίκη.

Ωστόσο, την άλλη μέρα, περίπου στη 1 το μεσημέρι, «πέντε ή έξι μαθηταί, ως αρχηγοί των άλλων, εσήμαναν τον κώδωνα της εκκλησίας (σ.σ.: του σχολείου), εσύναξαν τους μαθητάς και συνεφώνησαν αναμεταξύ των να μην παρευρεθώσι πλέον εις τα μαθήματα».

Κατά τον Μουστοξύδη, οι νέοι δήλωσαν ότι θα απείχαν στο εξής από τα μαθήματα εάν δεν τους δινόταν ηθική ικανοποίηση και κάλεσαν τους διδασκάλους να μην πηγαίνουν στο σχολείο.

Ομως, σύμφωνα με αναφορά του αστυνόμου της Αίγινας, Γεώργιου Φωτόπουλου, που παρακολουθούσε στενά από το καλοκαίρι τους σπουδαστές, όταν εμφανίστηκαν ορισμένα σατιρικά αντικυβερνητικά κείμενα, στη συγκέντρωση στο προαύλιο του Σχολείου, εκτός από το ζήτημα της «ικανοποίησης», έθεσαν και τα εξής θέματα:

1. Δεν είχε αναρτηθεί (προφανώς από την έναρξη του σχολικού έτους) το νέο σχολικό πρόγραμμα.

2. Να απολυθούν οι διδάσκαλοι των Γαλλικών Αναστάσιος Ερκουλίδης και των Μαθηματικών Γεράσιμος Ζωχιός.

Ο μεν Ερκουλίδης κατηγορούνταν ότι μετέφραζε τα γαλλικά με τούρκικες λέξεις και πως απέκλεισε αδικαιολόγητα από το μάθημά του ορισμένους μαθητές, ο δε Ζωχιός εφέρετο πως είχε απαξιωτική συμπεριφορά προς τους μαθητές.[3] 

Επίσης, εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους για τη διδασκαλία του μαθήματος της Ιστορίας από τον Γεώργιο Γεννάδιο, έναν διαπρεπή λόγιο του 19ου αιώνα, από τους θεμελιωτές του εκπαιδευτικού συστήματος του Καποδίστρια.

Οι σπουδαστές μέμφονταν τον Γεννάδιο ότι δεν παρέδιδε το μάθημα με βάση κάποιο βιβλίο αλλά «εκ στήθους».

Από την άλλη πλευρά, ο αστυνόμος Φωτόπουλος κατηγορούσε τον Γεννάδιο ως υπεύθυνο της «διαφθοράς ταύτης» διότι, όπως έγραφε στην αναφορά του, μιλούσε την περισσότερη ώρα του μαθήματος για τα δικαιώματα των σπουδαστών…

Ο Γεννάδιος, βασικός συντελεστής στη δημιουργία του Κεντρικού Σχολείου, δεν έκρυβε την απογοήτευσή του, και σε επιστολή του με ημερομηνία 26 Ιανουαρίου 1831 προς τον φίλο του Σ.Γ. Δούκα έγραφε:

«Εγώ τον μήνα τούτον όλον κινδυνεύω να περάσω εις ταραχάς, αι οποίαι με εψύχραναν μεγάλως, διότι μάλιστα παρεξηγούμαι […]»[4] 

Ο κινδυνολόγος αστυνόμος δεν σταματούσε όμως εκεί. Χαρακτήριζε τους σπουδαστές ταραχοποιούς και στασιαστές, υποστήριζε ότι η κατάσταση αυτή (η αποχή από τα μαθήματα!) τρομοκρατούσε τους κατοίκους της Αίγινας και ιδιαίτερα τους Ψαριανούς και… προειδοποιούσε πως «δεν δύναται παρά να περιμένωμεν ολέθρια αποτελέσματα».

Από την πλευρά του, ο Μουστοξύδης επιδίωξε να καθησυχάσει τους σπουδαστές και ταυτόχρονα ζήτησε από τους δασκάλους να συνεχίσουν κανονικά τις παραδόσεις. Μάλιστα, με εντολή του Καποδίστρια οι δάσκαλοι κλήθηκαν να συνεχίσουν να παραδίδουν μαθήματα ακόμα και στα σπίτια τους για όσους νέους ήθελαν να τα παρακολουθούν.

Υπογραφές

Το ίδιο βράδυ, πάντως, «οι αρχηγοί έκαμαν νέα συνέλευση» και συγκέντρωσαν πολλές υπογραφές σε ένα έγγραφο στο οποίο χαρακτηρίζονταν «άτιμοι» όσοι θα πήγαιναν στο σχολείο «πριν γενή η ειρημένη ικανοποίησις και πριν αποβληθώσιν οι διδάσκαλοι των Μαθηματικών και της Γαλλικής γλώσσης».

Σύμφωνα με μια πηγή, το κείμενο υπογράφηκε από 80 από τους 118 μαθητές των δύο κανονικών τάξεων, αλλά αργότερα απέσυραν την υπογραφή τους 12 άτομα.[5] 

Μόλις ο Μουστοξύδης ενημερώθηκε για το έγγραφο και διαπίστωσε ότι στο μάθημα του Γεννάδιου είχαν προσέλθει ελάχιστοι μαθητές, κυρίως υπότροφοι, ζήτησε να παρουσιαστεί κάποιος εκπρόσωπός τους για να τον ενημερώσει.

Οι μαθητές, όμως, απαίτησαν να είναι όλοι σε αυτή τη συνάντηση για να εκφράσουν τα αιτήματά τους. Ακολούθησε έντονη συζήτηση, με τους μαθητές να αναπτύσσουν τα αιτήματά τους, για να προσθέσουν ότι έπρεπε να αφεθούν ελεύθεροι και οι υπότροφοι για να εκφραστούν - στους υπότροφους καλύπτονταν όλα τα έξοδα φοίτησης από το κράτος.

Επίσης, διατυπώθηκαν νέα παράπονα για την έλλειψη δασκάλου Ιχνογραφίας, ενώ ζήτησαν τον διορισμό δύο συγκεκριμένων δασκάλων.

Ο Μουστοξύδης, μη έχοντας ουσιαστικά τι άλλο να πει, δεσμεύτηκε πως θα κάνει αναφορά για τα παράπονά τους στον Καποδίστρια, ο οποίος θα ελάμβανε τις τελικές αποφάσεις.

«Με ηρώτησαν εις πόσο πλέον; Επί 6, 10, 20, 30 ημέρας, 2 μήνας, τους απεκρίθην, τι ξεύρω εγώ; Η κυβέρνησις έχει άλλας φροντίδας και τώρα καταγίνεται να ελευθερώση μέρος της πατρώου γης και να προστατεύση τα σύνορά της».

Μετά από αυτό, η συγκέντρωση διαλύθηκε, με τους μαθητές να φωνάζουν ότι «είναι Ελληνες και ελεύθεροι».

Στο μεταξύ, με εντολή του Καποδίστρια ο ειρηνοδίκης θα ξεκινούσε έρευνα για να εντοπιστούν οι πρωταίτιοί της και παράλληλα να εξετάσει τις καταγγελίες τους για το θέμα του επεισοδίου και να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι.

Οι σπουδαστές σε νέα συγκέντρωσή τους αποφάσισαν να πάνε όλοι μαζί στο δικαστήριο και να εκφράσουν τα αιτήματά τους.

Τις επόμενες μέρες έγιναν συνολικά άλλες 6 συνεδριάσεις, στις οποίες παραβρισκόταν μια επιτροπή εκπαιδευτικών, με βασικούς τους Μουστοξύδη και Γεννάδιο, η οποία ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες του Καποδίστρια νουθετούσε τους μαθητές και ταυτόχρονα απειλούσε έναν προς έναν τους 68 μαθητές που συμμετείχαν στο «άτακτον κίνημα».

Τελικά, στις αρχές Φεβρουαρίου είχαν απομείνει «αμεταμέλητοι» 7 μαθητές, που διώχτηκαν από την Αίγινα ως πρωταίτιοι. Οι υπόλοιποι, οι «μεταμεληθέντες», υπέγραψαν μια αναφορά με την οποία ζητούσαν συγγνώμη για τη στάση τους.

Μετά τη λήξη της αποχής, παρ' όλα όσα έλεγαν και έγραφαν οι αντιπολιτευόμενοι, η προσέλευση των μαθητών έγινε κανονικά.

Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση και ο έφορος, που ομολογούσαν εμμέσως ότι τα αιτήματα για περισσότερους διδασκάλους και μαθήματα ήταν δίκαια, δημοσίευσαν έναν κανονισμό λειτουργίας με τον οποίο προσδιορίζονταν τα καθήκοντα του εφόρου, των διδασκάλων, των μαθητών και του επιστάτη, ο τρόπος διεξαγωγής των προαγωγικών και απολυτηρίων εξετάσεων και οι αργίες.

Πάντως, ο αστυνόμος συνέχισε να παρακολουθεί τις κινήσεις των μαθητών και το καλοκαίρι του 1831, όταν η δυσαρέσκεια κατά της κυβέρνησης είχε κορυφωθεί, ανέφερε ότι ορισμένοι από αυτούς συμμετείχαν στην αντιπολίτευση γράφοντας και διαδίδοντας αντικυβερνητικά κείμενα.

Στα τέλη Σεπτεμβρίου η δολοφονία του Καποδίστρια άνοιγε ένα νέο, ταραχώδες κεφάλαιο όχι μόνο για την εκπαίδευση αλλά για ολόκληρο το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος.

Πηγές:

[1] Γιάννης Κόκκωνας, «Οι μαθητές του Κεντρικού Σχολείου (1830-1834)», Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας - Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς αρ. 31, Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών, Αθήνα 1997

[2] ΓΑΚ / Αναφορά Ανδρέα Μουστοξύδη, έφορος Κεντρικού Σχολείου, Αίγινα προς Γραμματεία Εκκλησιαστικών και Δημοσίου Παιδεύσεως, Ναύπλιο, Αίγινα 10.1.1831

[3] ΓΑΚ / Αναφορά Γεώργιου Φωτόπουλου, Αστυνόμου της Αίγινας, προς Ιωάννη Καποδίστρια, Αίγινα 9.1.1831

[4] Γεώργιος Γεννάδιος, Βιογραφικό Δοκίμιο υπό Ξενοφώντος Αναστασιάδου, Λονδίνο 1901, σελ. 44-45.

[5] Γιάννης Κόκκωνας, ό.π.

ΠΗΓΗ: http://www.efsyn.gr/arthro/i-proti-mathitiki-kinitopoiisi-stin-ellada?fbclid=IwAR3qjyVQViMGufwsYv8sMacexY-RmhW_6Upt6bXOD4EsTY2RcPcIRipu-tY

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου