Σοφία Κοντογιάννη
Μία ενδιαφέρουσα ημερίδα για το μέλλον το μέλλον της εργασίας στο πλαίσιο της ψηφιακής οικονομίας συνδιοργάνωσαν πρόσφατα η Πρεσβεία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στη Μαδρίτη, η Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ε.Ε στη Μαδρίτη και ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός, Bertelsmann Stiftung.Η ημερίδα διοργανώθηκε στο πλαίσιο της προεδρίας της Γερμανίας στο Συμβούλιο της Ε.Ε. Τη συζήτηση διεύθυνε η κα. Cristina Monge, Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Σαραγόσα, ενώ ο κ. Armando García Schmidt και η κα. Luz Rodríguez Fernández, Επικεφαλής (Senior Project Manager) του Σχεδίου Διαμόρφωσης Βιώσιμων Οικονομιών (Shaping Sustainable Economies) του ιδρύματος Bertelsmann Stiftung και Καθηγήτρια Εργασιακού Δικαίου και Κοινωνικής Ασφάλισης του Πανεπιστημίου της Καστίλλης – Λα Μάντσα, αντίστοιχα.
Οι δύο τελευταίοι τόνισαν τις προκλήσεις που μπορούν να δημιουργηθούν από την ταχεία μετάβαση προς την ψηφιακή οικονομία, καθώς η λανθασμένη θεσμοθέτηση της εργασίας μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφικές συνέπειες για την οικονομία και την κοινωνία.Ο κ. García Schmidt ανέφερε ότι παρατηρείται μία μεγαλύτερη ανισότητα παραγωγής και παραγωγικότητας μεταξύ των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ) και των μεγαλύτερων εταιριών τα τελευταία χρόνια, η οποία πρέπει να μειωθεί προκειμένου να συνεχίσουν να αναπτύσσονται οι ΜμΕ που αποτελούν τον πυλώνα της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Παράλληλα, η κα. Rodriguez ανέφερε τα τρία βασικά ερωτήματα που θα οδηγήσουν στην καλύτερη θεσμοθέτηση της εργασίας στην υφιστάμενη μετάβαση. Αρχικά, οφείλουμε να υπολογίσουμε πόσες θέσεις εργασίας θα χαθούν εξαιτίας της ψηφιοποίησης, πόσες θα δημιουργηθούν και τέλος πώς θα μεταβληθεί ο τρόπος εργασίας.
Eκπαίδευση των εργαζομένων στα νέα δεδομένα
Αμφότεροι, δήλωσαν ότι το σημαντικότερο για την αποφυγή της αύξησης της ανεργίας και της ανάπτυξης της ανταγωνιστικότητας είναι η εκπαίδευση των εργαζομένων στα νέα δεδομένα εργασίας.
Σημειώνεται ότι η Ισπανία βρίσκεται αρκετά χαμηλά σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη στην μετεκπαίδευση/διά βίου μάθηση των εργαζομένων.
Παράλληλα, εξαιτίας των ανισορροπιών που θα δημιουργηθούν, οι Κυβερνήσεις των κρατών αλλά και η Ε.Ε. πρέπει να εξασφαλίσουν την υψηλή ποιότητα ζωής σε ολόκληρη την κοινωνία και ιδιαίτερα σε όσο έχουν χάσει τη θέση εργασίας τους λόγω ψηφιακής μετάβασης, καλύπτοντάς τους με το απαραίτητο εισόδημα.
Όλα αυτά οφείλουν να γίνουν σε συνεργασία με τους θεσμούς και την κοινωνία, κατόπιν ουσιώδους και εις βάθος διαλόγου.Στη συνέχεια, το λόγο πήρε η κα. Maravillas Espín Sáez, Γενική Διευθύντρια της Διεύθυνσης Ελεύθερης Εργασίας, Κοινωνικής Οικονομίας και Κοινωνικής Ευθύνης των Επιχειρήσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης της Ισπανίας.
Η ίδια υπογράμμισε ότι η Ε.Ε. έχει κάνει σημαντικά βήματα ως προς την εργατική νομοθεσία και, από την πλευρά τους, οι Κυβερνήσεις, οφείλουν να προσέξουν τρία σημεία: αρχικά, την προστασία του εργαζομένου στον χώρο εργασίας του, όποιος και εάν είναι αυτός, καθώς με την τηλεργασία, μπορεί εύκολα κανείς να αποφύγει τους κανόνες, δεύτερο σημείο αποτελεί η εξασφάλιση του εισοδήματος των πολιτών καθώς και των κοινωνικών τους ασφαλίσεων και τέλος προκειμένου να συνεχίσει η οικονομία να αναπτύσσεται, απαιτείται η απαραίτητη ρευστότητα από πλευράς κράτους.
Με τη σειρά του, ο κ. Björn Böhning, Γενικός Γραμματέας του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Εργασίας της Γερμανίας, έκανε αναφορά στη σπουδαιότητα της κοινωνικής και εισοδηματικής ισότητας των πολιτών καθώς και την υποχρέωση των επιχειρήσεων να τηρούν τους θεσμοθετημένους κανόνες. Για τον ίδιο, οι νόμοι πρέπει να προστατεύουν τους εργαζομένους ενώ η παροχή οικονομικής ασφάλειας στο σύνολο των πολιτών θα έπρεπε να είναι αυτονόητη.
Με τις δύο αυτές πολιτικές, τόσο η κοινωνία όσο και η οικονομία επωφελούνται στο έπακρο.Ο τελευταίος ομιλητής ήταν ο κ. Jordi Curell, Διευθυντής του τμήματος Εργατικής Κινητικότητας της Γενικής Διεύθυνσης Απασχόλησης, Κοινωνικών Υποθέσεων και Κοινωνικής Ένταξης της Ε.Ε., ο οποίος ανέφερε ότι η πανδημία ενίσχυσε τη μετάβαση σε μία ακόμη πιο ψηφιακή οικονομία, στην οποία κατευθύνονταν η παγκόσμια οικονομία και πριν από την πανδημία, αλλά με ηπιότερους ρυθμούς.
Τρεις είναι οι βασικοί πυλώνες που πρέπει να εξεταστούν για την προσαρμογή στο νέο μοντέλο εργασίας. Ο πρώτος αφορά την ισότητα ευκαιριών και πρόσβασης στην εργασία καθώς συνεχίζονται να παρατηρούνται μεγάλες ανισότητες. Επιπλέον, οι συνθήκες εργασίας οφείλουν να είναι δίκαιες για το σύνολο των εργαζομένων και κρατών και τρίτον απαιτείται η κοινωνική ασφάλεια του συνόλου του πληθυσμού.
Όπως εκτιμά, η κρίση που παρουσιάστηκε στην Ευρώπη το 2020 εξαιτίας του Covid-19 παρουσιάζει μεγάλες διαφορές με αυτήν του 2008 και ιδιαίτερα στον τρόπο δράσης της Ε.Ε., αφού η αντίδρασή της, σε αντίθεση με την προηγούμενη παγκόσμια οικονομική κρίση, ήταν άμεση.
Επομένως, η Ε.Ε. μαθαίνει από τα λάθη της και συνεχίζει να είναι ενωμένη, παρά τις δυσκολίες.Στην ερώτηση της κα. Monge αναφορικά με τις προκλήσεις στο εργασιακό δίκαιο των επιχειρήσεων της οικονομίας - πλατφόρμας (Platform Economy), τόσο η Ισπανία όσο και η Γερμανία συμμερίζονται τρεις βασικές ανησυχίες.
Οι πλατφόρμες αυτές αποτελούν τον ενδιάμεσο κρίκο μεταξύ της επιχείρησης και του καταναλωτή, ωστόσο είναι δύσκολο να ξεκαθαριστεί η εργασία των διανομέων, οι οποίοι δεν μπορούν να θεωρηθούν αποκλειστικά ελεύθεροι επαγγελματίες, επομένως η πλατφόρμα οφείλει να πληρώνει κοινωνική ασφάλιση.
Παράλληλα, εξαιτίας της δυσκολίας αποσαφήνισης του ρόλου των εργαζομένων, απαιτεί πρόκληση και η ρύθμιση των κανόνων λειτουργίας τους και της προστασίας των εργατικών τους δικαιωμάτων.
Επιπλέον, πρέπει να εξεταστεί ο τρόπος που θα πληρώνεται και θα προσφέρεται η κοινωνική ασφάλιση σε περίπτωση οι εργαζόμενοι θεωρηθούν ελεύθεροι επαγγελματίες. Για τον κ. Curell, οι πλατφόρμες αυτές προσφέρουν πολύ μεγάλες ευκαιρίες για το σύνολο της οικονομίας, όμως παράλληλα ελλοχεύουν κινδύνους στην αντιμετώπιση των εργαζομένων τους και δεδομένης της πρωτοφανούς τους δράσης, η ευρωπαϊκή απάντηση οφείλει να είναι καινοτόμα και να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα, προστατεύοντας τα εργατικά δικαιώματα.
Τέλος, στη συζήτηση περί τηλεργασίας, τονίστηκε ότι η πανδημία ενίσχυσε σημαντικά την εν λόγω μορφή εργασίας, παρόλα αυτά η εν λόγω μετάβαση επιτεύχθηκε εξαιρετικά γρήγορα. Από την εμπειρία των εργαζομένων και των επιχειρήσεων, τα πλεονεκτήματα της τηλεργασίας είναι πολλά, ωστόσο, όπως και στον χώρο εργασίας, οι Κυβερνήσεις οφείλουν να προστατέψουν τα εργατικά δικαιώματα. Πέραν της αύξησης της παραγωγικότητας, η εργασία από απόσταση επιτρέπει τη μείωση άλλων κοινωνικών προβλημάτων, όπως η ερήμωση της υπαίθρου ενώ μπορεί να βοηθήσει και στη μείωση της ανισότητας μεταξύ των δύο φύλων.