ΣΩΚΡΑΤΗΣ ἣν τοίνυν ἔθεμεν τοῦ φιλοσόφου φύσιν, ἂν μὲν οἶμαι μαθήσεως προσηκούσης τύχῃ, εἰς πᾶσαν ἀρετὴν ἀνάγκη αὐξανομένην ἀφικνεῖσθαι, ἐὰν δὲ μὴ ἐν προσηκούσῃσπαρεῖσά τε καὶ φυτευθεῖσα τρέφηται, εἰς πάντα τἀναντία αὖ,ἐὰν μή τις αὐτῇ βοηθήσας θεῶν τύχῃ. ἢ καὶ σὺ ἡγῇ, ὥσπερ οἱ πολλοί, διαφθειρομένους τινὰς εἶναι ὑπὸ σοφιστῶν νέους,διαφθείροντας δέ τινας σοφιστὰς ἰδιωτικούς, ὅτι καὶ ἄξιονλόγου, ἀλλ᾽ οὐκ αὐτοὺς τοὺς ταῦτα λέγοντας μεγίστους μὲν εἶναι σοφιστάς, παιδεύειν δὲ τελεώτατα καὶ ἀπεργάζεσθαι οἵους βούλονται εἶναι καὶ νέους καὶ πρεσβυτέρους καὶ ἄνδρας καὶ γυναῖκας;
«Πιστεύω λοιπόν ότι αν συμβεί αυτή η φιλοσοφική φύση, έτσι όπως την προσδιορίσαμε, να λάβει τη μάθηση που της πρέπει, αναγκαστικά θα φθάσει, μεγαλώνοντας να κατακτήσει όλη την αρετή, αν όμως πάλι ανατρέφεται όντας σπαρμένη και φυτευμένη σε έδαφος που δεν της ταιριάζει, θα φτάσει στα εντελώς αντίθετα, εκτός κι αν τύχει να βάλει το χέρι του επάνω της κάποιος θεός. Η μήπως πιστεύεις κι εσύ όπως ο πολύς κόσμος, ότι κάποιους νέους ανθρώπους τους διαφθείρουν οι σοφιστές, κι ότι υπάρχουν κάποιοι σοφιστές που δρώντας ως ιδιώτες διαφθείρουν σε βαθμό αξιοπρόσεκτο; Δεν είναι απεναντίας αυτοί ακριβώς που τα λένε αυτά οι πιο μεγάλοι σοφιστές, οι οποίοι διαμορφώνουν χαρακτήρες και φτιάχνουν όπως θέλουν και τους νέους και τους γέρους και τους άνδρες και τις γυναίκες;»
ΑΔΕΙΜΑΝΤΟΣ πότε δή; ἦ δ᾽ ὅς. «Πότε γίνεται αυτό; είπε.»
ΣΩΚΡΑΤΗΣ ὅταν, εἶπον, συγκαθεζόμενοι ἁθρόοι πολλοὶ εἰς ἐκκλησίας ἢ εἰς δικαστήρια ἢ θέατρα ἢ στρατόπεδα ἤ τινα ἄλλον κοινὸν πλήθους σύλλογον σὺν πολλῷ θορύβῳ τὰ μὲν ψέγωσι τῶν λεγομένων ἢ πραττομένων, τὰ δὲ ἐπαινῶσιν, ὑπερβαλλόντως ἑκάτερα, καὶ ἐκβοῶντες καὶ κροτοῦντες, πρὸς δ᾽ αὐτοῖς αἵ τε πέτραι καὶ ὁ τόπος ἐν ᾧ ἂν ὦσιν ἐπηχοῦντες διπλάσιον θόρυβον παρέχωσι τοῦ ψόγου καὶἐπαίνου. ἐν δὴ τῷ τοιούτῳ τὸν νέον, τὸ λεγόμενον, τίνα οἴεικαρδίαν ἴσχειν; ἢ ποίαν ἂν αὐτῷ παιδείαν ἰδιωτικὴν ἀνθέξειν,ἣν οὐ κατακλυσθεῖσαν ὑπὸ τοῦ τοιούτου ψόγου ἢ ἐπαίνου οἰχήσεσθαι φερομένην κατὰ ῥοῦν ᾗ ἂν οὗτος φέρῃ, καὶ φήσειντε τὰ αὐτὰ τούτοις καλὰ καὶ αἰσχρὰ εἶναι, καὶ ἐπιτηδεύσειν ἅπερ ἂν οὗτοι, καὶ ἔσεσθαι τοιοῦτον; «Όταν κάθονται και συνεδριάζουν μπουλούκια-μπουλούκια πολλοί μαζί στις λαϊκές συνελεύσεις, στα δικαστήρια, στα θέατρα, στα στρατόπεδα ή οπουδήποτε αλλού μαζεύεται πλήθος μεγάλο και σηκώνοντας ένα πανδαιμόνιο, άλλα απ’ όσα λέγονται κι από όσα γίνονται εκεί τα αποδοκιμάζουν και άλλα τα επικροτούν, υπέρμετρα και το ένα και το άλλο, ξεφωνίζοντας γοερά και χειροκροτώντας έτσι που κοντά σ’ αυτούς να αντιβουίζουν ακόμη και οι πέτρες κι ο τόπος όπου βρίσκονται κάνοντας το πανδαιμόνιο από την αποδοκιμασία και τον έπαινο άλλο τόσο. Μέσα σ’αυτή τη χλαλοή τι φαντάζεσαι θα κάνει ο νέος, πως θα χτυπάει η καρδούλα του; Ποια παιδεία που έλαβε ο ίδιος θα άντεχε σ’ αυτό τον κατακλυσμό των αποδοκιμασιών ή των επαίνων και δεν θα παρασυρόταν από το ρεύμα κατά κει που θα την πάει αυτό και δεν θα αναγκαζόταν τελικά κι αυτός να έχει τις ίδιες με εκείνους απόψεις για τα καλά και για τα άσχημα και να καταπιαστεί με τα ίδια όποια κι εκείνοι, πράγματα και να γίνει κι αυτός σαν κι αυτούς […].» [6.492a-b]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου